Op deze pagina kunt u een gedetailleerde analyse krijgen van een woord of zin, geproduceerd met behulp van de beste kunstmatige intelligentietechnologie tot nu toe:
Ο Ρομάν Όσιποβιτς Γιακομπσόν (ρωσικά: Рома́н О́сипович Якобсо́н) (11 Οκτωβρίου, 1896, Μόσχα – 18 Ιουλίου, 1982 , Βοστώνη) ήταν Ρώσος γλωσσολόγος και θεωρητικός της λογοτεχνίας.
Ως ένας από τους πρώτους θεωρητικούς της δομικής ανάλυσης της γλώσσας, η οποία έγινε η κυρίαρχη τάση στην γλωσσολογία στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, ο Γιακομπσόν υπήρξε ένας από τους γλωσσολόγους με την πιο ισχυρή επίδραση στη διάρκεια του αιώνα. Επηρεάστηκε από το έργο του Φερντινάν ντε Σωσσύρ και ανέπτυξε μαζί με τον Νικολάι Τρουμπετσκόι, τεχνικές για ανάλυση των συστημάτων ήχου στις γλώσσες, εγκαινιάζοντας τον κλάδο της φωνολογίας. Εφάρμοσε τις ίδιες τεχνικές ανάλυσης στο συντακτικό και τη μορφολογία, και πρότεινε κατά τρόπο αμφιλεγόμενο ότι αυτές θα πρέπει να επεκταθούν και στη σημασιολογία (τη μελέτη του νοήματος της γλώσσας). Έκανε πολυάριθμες συνεισφορές στη Σλαβική γλωσσολογία. Είναι περισσότερο γνωστός για δύο του μελέτες του ρωσικού συστήματος πτώσεων των ουσιαστικών και μιας ανάλυσης των κατηγοριών των ρωσικών ρημάτων. Αντλώντας έμπνευση από τη σημειωτική του Τσαρλς Σάντερς Περς, καθώς επίσης και από τη θεωρία της επικοινωνίας και την κυβερνητική, πρότεινε μεθόδους για τη διερεύνηση της ποίησης, της μουσικής, των εικαστικών τεχνών και του κινηματογράφου.
Μέσα από την αποφασιστική του επιρροή στον Κλοντ Λεβί-Στρος και τον Ρολάν Μπαρτ, μεταξύ άλλων, ο Γιακομπσόν έγινε εκπρόσωπος της δομικής ανάλυσης σε επιστήμες πέραν της γλωσσολογίας, περιλαμβανομένης της ανθρωπολογίας και της λογοτεχνικής θεωρίας. Αυτή η γενίκευση των μεθόδων του Σωσσύρ, γνωστή και ως "στρουκτουραλισμός", εξελίχθηκε σε μεγάλο μεταπολεμικό κίνημα της διανόησης στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν και η επιρροή του στρουκτουραλισμού μειώθηκε στη δεκαετία του 1970, η εργασία του Γιακομπσόν συνέχισε να επηρεάζει τη γλωσσική ανθρωπολογία, ιδιαίτερα μέσα από την εθνογραφία της επικοινωνίας που αναπτύχθηκε από τον Dell Hymes και τη σημειωτική της κουλτούρας που ανέπτυξε ο πρώην φοιτητής του Γιακομπσόν Michael Silverstein.
Η αφετηρία του Jakobson είναι ένα επικοινωνιακό μοντέλο στο οποίο συμμετέχουν έξι βασικοί παράγοντες -ο αποστολέας ή πομπός, ο παραλήπτης ή δέκτης, το μήνυμα, ο επικοινωνιακός κώδικας, το πλαίσιο αναφοράς και ο δίαυλος, το κανάλι. Καθένας από τους παράγοντες αυτούς ορίζει μια επικοινωνιακή λειτουργία. Ειδικότερα, κάθε παράγοντας της γλωσσικής επικοινωνίας ορίζει μία λειτουργία της γλώσσας. Ανάλογα λοιπόν με τον παράγοντα στον οποίο εστιάζει η επικοινωνία, διακρίνονται έξι βασικές γλωσσικές λειτουργίες: Η αναφορική εστιάζει στο πλαίσιο αναφοράς, η συγκινησιακή εστιάζει στον πομπό, η βουλητική εστιάζει στον δέκτη, η φατική εστιάζει στο κανάλι, η μεταγλωσσική εστιάζει στον κώδικα και η ποιητική εστιάζει στο μήνυμα. Οι έξι λειτουργίες είναι παρούσες σε κάθε γλωσσικό γεγονός· μία από αυτές είναι κάθε φορά η δεσπόζουσα. Για παράδειγμα, η εκφώνηση της λέξης εμπρός όταν κάποιος σηκώνει το τηλέφωνο, πέρα από την πληροφορία που μεταφέρει σχετικά με το πλαίσιο αναφοράς της επικοινωνίας ("είμαι εδώ και σου μιλάω", αναφορική λειτουργία), χρησιμεύει για να σημάνει -ως γλωσσική χειραψία- την έναρξη της συνομιλίας, επιτελεί δηλαδή φατική λειτουργία. Η ερώτηση τί εννοείς; λειτουργεί μεταγλωσσικά, αφού εστιάζει στον γλωσσικό κώδικα. Μια προστακτική (π.χ. σήκω) δηλώνει κυρίως μια αποπειρατική συμπεριφορά του πομπού, την επιθυμία του να κάνει κάτι ο δέκτης (βουλητική λειτουργία). Στα επιφωνήματα είναι άμεσα φανερή η συγκινησιακή φόρτιση του πομπού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η συγκινησιακή λειτουργία είναι απούσα από μηνύματα όπου κυριαρχεί άλλου τύπου λειτουργία. Με την ίδια λογική, η ποιητική λειτουργία, χωρίς να είναι η αποκλειστική, είναι όμως η δεσπόζουσα λειτουργία της "ρηματικής τέχνης". Η λειτουργία αυτή πετυχαίνει την "εστίαση στο μήνυμα χάριν του μηνύματος", δηλαδή την πρόσληψη του ηχητικού πλέγματος μέσω των αισθήσεων, την προβολή της "απτικότητας" του σημείου.
Ο Jakobson ασχολήθηκε με τους μηχανισμούς με τους οποίους η ποιητική λειτουργία είναι δεσπόζουσα στην ποίηση. Σύμφωνα με μια γλωσσολογική παρατήρηση, όταν κάποιος μιλάει, επιτελεί ταυτόχρονα δύο ενέργειες: επιλέγει από ένα απόθεμα ισοδύναμων γλωσσικών μονάδων μία κατάλληλη και τη συνδυάζει με άλλες γλωσσικές μονάδες προκειμένου να σχηματίσει ακολουθίες. Για παράδειγμα, σε επίπεδο λεξικών μονάδων, θα έλεγε κανείς ότι στην πρόταση χθες ο μικρός πήγε στον γιατρό ο ομιλητής αφενός επέλεξε το στοιχείο πήγε από ένα σύνολο που περιλαμβάνει άλλα ισοδύναμα όπως έτρεξε, τηλεφώνησε κλπ., αφετέρου το συνδύασε ώστε να συμφωνεί με τα υπόλοιπα στοιχεία που είναι παρόντα στον λόγο του. Kάθε γλωσσική μονάδα, επομένως, ορίζεται με βάση δύο συντεταγμένες: τον άξονα της επιλογής ή παραδειγματικό άξονα, που απαρτίζεται από στοιχεία που βρίσκονται μεταξύ τους σε σχέση ομοιότητας, και τον άξονα του συνδυασμού ή συνταγματικό άξονα, τα στοιχεία του οποίου σχετίζονται με βάση τη συνάφεια. Ο Jakobson παρατηρεί ότι "η ποιητική λειτουργία προβάλλει την αρχή του ισοδυνάμου από τον άξονα της επιλογής στον άξονα του συνδυασμού". Εντοπίζει δηλαδή την ποιητική λειτουργία σε ακολουθίες όπου η σχέση ομοιότητας επιβάλλεται στη συνάφεια. Και συνεχίζει: "Στην ποίηση κάθε συλλαβή εξισώνεται με κάθε άλλη συλλαβή της ακολουθίας" φέρνοντας για παράδειγμα τη συμμετρία που παρουσιάζει η φράση veni, vidi, vici. Αυτό που συμβαίνει σε παρόμοιες ακολουθίες είναι ότι η μορφική, ηχητική, μετρική, ρυθμική ομοιότητα των στοιχείων του μηνύματος επιφέρει νοηματική ισοδυναμία. Πλήττεται έτσι ο συμβατικός χαρακτήρας του γλωσσικού σημείου, η αυθαίρετη σύναψη ήχου και νοήματος, αφού το νόημα "αντηχεί" τον ήχο. Επιπλέον, η σχέση ομοιότητας που αναπτύσσεται μεταξύ των νοημάτων σε βάρος της συνάφειας φέρνει στην επιφάνεια έναν άμεσο τρόπο πρόσλήψης, χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου κώδικα.